Μια ερωτική ιστορία για τον έρωτα που μας κυριεύει και δεν μπορεί να εκφραστεί… ο ανεκπλήρωτος έρωτας μένει πάντα στην ψυχή μας. Αυτό είναι το τρίτο μέρος της ερωτική ιστορίας, που ξεκινάει εδώ: Ανομολόγητος έρωτας
Ανομολογητος ερωτας – Μέρος 3ο
Ήταν πολύ χαρούμενη είχε γράψει κιόλας τόσες σελίδες, το σημείο που είχε καθίσει ήταν μοναδικό, το ποτάμι την ηρεμούσε πολύ, σαν ο ήχος του να χάιδευε στην ψυχή της. Της θύμιζε την θάλασσα που τόσο της έλειπε, ίσως το μοναδικό πράγμα που της έλειπε, απ την πατρίδα της μετά από τους δικούς της ανθρώπους… η δική της θάλασσα. Ένα καραβάκι διέσχισε το ποτάμι και το ακολουθούσαν δυο πουλιά, όπως στην πατρίδα της ακολουθούσαν τα ψαροκάικα τραγουδώντας τους καθ’ όλη την διαδρομή σαν πλανόδιοι μουσικάντηδες περιμένοντας φιλοδώρημα… και ξανά η σκέψη της ανέβηκε μαζί τους…
Θυμήθηκε εκείνη την ημέρα που κάθισε ατελείωτες ώρες στην παραλία μονάχη… απογοητευμένη, πικραμένη, πληγωμένη αλλά όχι απελπισμένη, τότε που κατάλαβε ότι ο αρραβωνιαστικός της ήθελε μια άλλη γυναίκα στη ζωή του πια και ήταν πολύ δειλός να της το πει διατηρώντας παράλληλα δυο σχέσεις. Η θάλασσα γαλήνεψε την φουρτούνα μέσα της και της έδωσε όπως πάντα την σωστή λύση… και έφυγε. Έφυγε από όσα την πλήγωναν και όσα της θύμιζαν. Δεν άντεχε να θυμάται.
Δεν την κρατούσε τίποτα εδώ ούτε η σκέψη εκείνου που σαν μικρή πεταλούδα την καλούσε να χορέψουν γύρω από την φωτιά με κίνδυνο να καούν κι οι δυο, ή ακόμα χειρότερα να καεί ο ένας απ τους δυο.
Ταξίδεψε, γιατρεύτηκε και ερωτεύτηκε ξανά, ένοιωσε το αίμα της ζωντανό ξανά με ένα νέο άνθρωπο. Την έκανε να νοιώσει ασφάλεια και εκείνη του υποσχέθηκε… «θα γίνω εγώ η νέα σου οικογένεια» του είχε πει μέσα απ την καρδιά της με μάτια λαμπερά, κι εκείνος ένοιωσε σαν να του άνοιξαν την πόρτα στον παράδεισο που του είχαν κλέψει.
Και ήδη κυοφορούσε το παιδί του νέου αυτού ανθρώπου.
Έναν φλογισμένο βράδυ Ιούλη που έκανε τόσο ζέστη ώστε τα κεριά να λειώνουν και πέφτουν μόνα τους από τα κηροπήγια, που φλέγονται τα σωθικά σου και στην κορυφή της λάβας που αναβλύζει χορεύουν στη άχνα οι ανεκπλήρωτοι πόθοι … θυμήθηκε εκείνον που έκανε της καρδιά της και τα σωθικά της να αισθάνονται έτσι χωρίς να είναι Ιούλης.
Τον έψαξε και τον ξαναβρήκε. Την περίμενε, δεν την είχε ξεχάσει ποτέ, δεν την είχε ψάξει ποτέ, δεν ήταν του χαρακτήρα του και γι αυτό δεν ήξερε τίποτα για τους λογούς της φυγής της…
Η χαρά και των δυο ήταν μεγάλη, σαν να είχε κάτι από εκείνη την άλλη εποχή αλλά κάτι πιο αγνό και χωρίς δεσμεύσεις και χωρίς ενοχές… τότε του ανακοινώσε ο τι είχε δημιουργήσει μια νέα οικογένεια με έναν άνθρωπο που είχε τόσο ανάγκη από κάτι τέτοιο και το χαρμόσυνο γεγονός της εγκυμοσύνης της …
Έμεινε άλαλος. Δεν μπορούσε και δεν ήθελε να πει τίποτα, τίποτα άλλο.
Είπε ευγενικά καληνύχτα και έκλεισε το τηλέφωνο. Ήταν πια βέβαιος, αυτή η γυναίκα έπαιζε μαζί του για να διασκεδάσει την πλήξη της, έπαιζε εκ του ασφαλούς και κάτι τέτοιο δεν τον αφορούσε.
Έβγαλε το τηλέφωνο από την πρίζα. Δεν ήθελε να δεχτεί άλλο τηλεφώνημα ποτέ ξανά.
“Τέλος!”, φώναξε θριαμβευτικά. Η εκδότρια και οι αναγνώστες της θα είναι πολύ περήφανοι για εκείνη και την ιστορία της. Η ίδια όμως, πώς θα νιώθει άραγε βλέποντας την ιστορία του ανεκπλήρωτου έρωτα της να παίρνει μια νέα διάσταση…;